2017
Η Ανάσταση του Ιησού Χριστού και οι αλήθειες σχετικά με το σώμα
April 2017


H Ανάσταση του Ιησού Χριστού και οι αλήθειες σχετικά με το σώμα

Μέσω της Ανάστασής Του, ο Ιησούς Χριστός μάς δίδαξε σημαντικές αλήθειες σχετικά με το σώμα.

Εικόνα
Resurrected Christ with Thomas

Λεπτομέρεια από το Ο Άπιστος Θωμάς, υπό Carl Heinrich Bloch

Φόντο © janniwet/iStock/Getty Images

Είπε: “Τετέλεσται· κι αφού έγειρε το κεφάλι, παρέδωσε το πνεύμα”» (Κατά Ιωάννην 19:30). Εκείνη τη στιγμή, το πνεύμα τού Ιησού Χριστού αποχώρησε από το σώμα Του -- ένα σώμα το οποίο είχε υποστεί μαρτύριο, ώστε να μπορέσει να εξιλεωθεί για τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων και να τους περιθάλψει σύμφωνα με τις ατέλειές τους (βλέπε Άλμα 7:12-13). Εκείνο το σώμα, τώρα ένα κενό σκεύος, το κατέβασαν από τον σταυρό, το τύλιξαν σε σινδόνη και τελικά το τοποθέτησαν σε έναν τάφο. Κατά την τρίτη ημέρα, οι γυναίκες που πλησίασαν στον τάφο, ήταν εκεί για να ολοκληρώσουν τις ταφικές προετοιμασίες για το σώμα εκείνο.

Όμως το σώμα δεν υπήρχε.

Η ανακάλυψη του άδειου τάφου ήταν απλώς η αρχή. Η Μαρία η Μαγδαληνή, οι Απόστολοι και πολλοί άλλοι, στάθηκαν αργότερα μάρτυρες ενός θαυμαστού πράγματος: ο ανεστημένος, τελειοποιημένος Ιησούς Χριστός, σε απτή και ανθρώπινη μορφή.

Ο Σωτήρας βεβαιώθηκε ότι εκείνοι οι οποίοι στάθηκαν μάρτυρες της παρουσίας Του μετά την Ανάστασή Του, κατανόησαν πλήρως το είδος του σώματος που είχε. Προσκάλεσε τους Αποστόλους, για παράδειγμα, να ψηλαφήσουν το σώμα Του, ώστε να βεβαιωθούν ότι είχε υλικό σώμα και δεν ήταν πνεύμα (βλέπε Κατά Λουκάν 24:36-40)1. Μάλιστα, έφαγε και μαζί τους (βλέπε Κατά Λουκάν 24:42-43).

Καθώς οι Απόστολοι εκπλήρωναν στη συνέχεια την αποστολή τους να κηρύξουν το Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, αντιμετώπισαν αντίδραση και καταδίωξη, εν μέρει εξαιτίας του γεγονότος ότι δίδασκαν πως ο Ιησούς Χριστός είχε αναστηθεί και, επομένως, όλοι οι άνθρωποι θα ανασταίνονταν (βλέπε Πράξεις 4:1-3).

Σήμερα, η Ανάσταση του Ιησού Χριστού είναι ακριβώς το ίδιο σημαντική, με το μήνυμα που διακηρύχθηκε στον κόσμο από την Εκκλησία Του, όσο ήταν και τότε. Όπως είπε ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ: «Οι θεμελιώδεις αρχές της θρησκείας μας είναι η μαρτυρία των Αποστόλων και Προφητών, σχετικά με τον Ιησού Χριστό, ότι Εκείνος πέθανε, ετάφη, και ανεστήθη κατά την τρίτη ημέρα, και ανήλθε στους ουρανούς· και όλα τα άλλα που αναφέρονται στη θρησκεία μας, αποτελούν απλώς προσαρτήματα σ’ αυτό»2.

Η Ανάσταση βοηθά να απαντήσουμε σε θεμελιώδη ερωτήματα ως προς τη φύση του Θεού, τη δική μας φύση και τη σχέση μας με τον Θεό, τον σκοπό αυτής της ζωής και την ελπίδα που έχουμε στον Ιησού Χριστό. Παρατίθενται μερικές αλήθειες που έχουν τονιστεί με την Ανάσταση του Ιησού Χριστού.

Ο Επουράνιος Πατέρας έχει ένα ένδοξο σώμα και λαμπρό

Εικόνα
First Vision

Το Πρώτο Όραμα,υπό Gary L. Kapp

Η ιδέα ότι ο Θεός έχει ανθρώπινη μορφή έχει οπωσδήποτε τις ρίζες της στη Βίβλο3 καθώς και στη φαντασία των περισσότερων ανθρώπων, όμως πολλές θεολογικές και θρησκευτικές φιλοσοφικές παραδόσεις την έχουν απορρίψει, χάριν ενός Θεού «χωρίς σώμα, τμήματα σώματος ή πάθη»4, δεδομένου ότι, κατά την άποψη αυτή, το σώμα (και η ύλη γενικά) είναι κακό ή ανύπαρκτο, ενώ το πνεύμα, ο νους ή οι ιδέες αποτελούν την αληθινή ουσία της απόλυτης ύπαρξης ή πραγματικότητας.

Πόσο ένδοξα απλή και επαναστατική, επομένως, ήταν η αποκάλυψη της φύσεως του Θεού μέσω του Υιού Του, Ιησού Χριστού.

Κατά τη διάρκεια της διακονίας Του, ο Σωτήρας είπε: «Όποιος είδε εμένα, είδε τον Πατέρα» (Κατά Ιωάννην 14:9). Αυτό ήταν ακόμα πιο αληθινό μετά την Ανάστασή Του, με ένα τελειοποιημένο, αθάνατο σώμα, το οποίο κατέδειξε ότι «ο Πατέρας έχει σώμα από σάρκα και οστά, τόσο ψηλαφητό όπως και τού ανθρώπου. Ο Υιός επίσης» (Δ&Δ 130:22).

Κατ’ αυτόν τον τρόπο αποκαλύφθηκε η υλική φύσις του Επουράνιου Πατέρα. Όπως εξήγησε αργότερα ο Τζόζεφ Σμιθ: «Εκείνο το οποίο είναι χωρίς σώμα ή τμήματα σώματος δεν είναι τίποτα. Δεν υπάρχει άλλος Θεός στους ουρανούς παρά ο Θεός εκείνος ο οποίος έχει σάρκα και οστά»5.

Ο Πρεσβύτερος Τζέφρυ Χόλλαντ της Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων το έχει θέσει ως εξής: «Εάν η ύπαρξη του σώματος δεν είναι μόνον κάτι που δεν χρειάζεται αλλά είναι και μη επιθυμητό από τη Θεότητα, γιατί ο Λυτρωτής των ανθρώπων λύτρωσε το σώμα Του, λυτρώνοντάς το από την αρπάγη του θανάτου και του τάφου, εγγυώμενος ότι δεν θα αποχωριζόταν ποτέ ξανά από το πνεύμα Του για τον παρόντα καιρό ή την αιωνιότητα; Οποιοσδήποτε απορρίπτει την ιδέα ενός Θεού ο οποίος έχει σώμα, απορρίπτει τόσο τον θνητό, όσο και τον ανεστημένο Χριστό»6.

Ο Επουράνιος Πατέρας είναι Παντοδύναμος, Παντογνώστης και Πανάγαθος

Τα εξαίρετα στοιχεία του χαρακτήρα του Επουράνιου Πατέρα αποκαλύπτονται, επίσης, στο ίδιο το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού. Όπως έχει πει ο Πρεσβύτερος Τοντ Κριστόφερσον της Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων: «Δοθείσης της πραγματικότητας της Αναστάσεως του Χριστού, αμφιβολίες για την παντοδυναμία, πανσοφία και καλοσύνη του Θεού Πατέρα -- ο οποίος έδωσε τον Μονογενή Του Υιό για τη λύτρωση του κόσμου -- είναι ανεδαφικές»7.

Η δύναμη, η γνώση και η καλοσύνη του Θεού αποδεικνύονται από την Ανάσταση του Ιησού Χριστού, η οποία αποδεικνύει τη σοφία και την αγάπη στο σχέδιο του Επουράνιου Πατέρα και την ικανότητά Του (και του Υιού Του) να το φέρουν εις πέρας.

Είμαστε τέκνα του Θεού

Όπως μας διδάσκει η Βίβλος, πλαστήκαμε «σύμφωνα με την εικόνα τού Θεού… αρσενικό και θηλυκό» (Γένεση 1:27). Η Ανάσταση του Ιησού Χριστού ενδυνάμωσε αυτήν την αλήθεια. Στην πραγματικότητα, κατά την ώρα αυτή καθαυτή της Ανάστασής Του, ο Ιησούς Χριστός τόνισε τη σχέση μας με τον Επουράνιο Πατέρα, λέγοντας: «Ανεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεό μου και Θεό σας» (Κατά Ιωάννην 20:17· η πλάγια γραφή προστέθηκε).

Ο Σωτήρας αποκάλυψε ότι Θεός και άνθρωπος δεν είναι εντελώς διαφορετικοί ο ένας με τον άλλο στην ουσιώδη ύπαρξή τους. Ο βασικός σχηματισμός του σώματός μας είναι πανομοιότυπος με εκείνον του πνεύματός μας8 και το πνεύμα μας δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Θεού, διότι αυτή είναι η φύση της σχέσης γονέως-τέκνου.

Το σώμα είναι ένα δώρο που το καθιστά ικανό και το εξευγενίζει

Εικόνα
sleeping infant

Φωτογραφία υπό David Stoker

Μέσω της Ανάστασής Του, ο Σωτήρας μάς έδειξε ότι μία υλική, ενσώματη ύπαρξη είναι αναπόσπαστο μέρος της αιώνιας υπόστασης του Θεού και των τέκνων Του. Όπως αποκάλυψε ο Κύριος στον Τζόζεφ Σμιθ: «Τα στοιχεία είναι αιώνια, και το πνεύμα και το στοιχείο, αναπόσπαστα συνδεδεμένα, λαβαίνουν πληρότητα αγαλλίασης» (Δ&Δ 93:33). Αυτή η αναπόσπαστη σύνδεση συγχωνεύει πνεύμα και ύλη, ώστε είναι ένα αθάνατο, άφθαρτο, ένδοξο και τέλειο σώμα -- το μόνο είδος σώματος ικανό να λαμβάνει την πληρότητα της αγαλλίασης την οποία κατέχει ο Θεός.

Σε αντίθεση, αφού είχαν ένα υλικό σώμα και κατόπιν αποχωρίστηκαν από αυτό για να εισέλθουν στον κόσμο των πνευμάτων, «οι νεκροί έβλεπαν την… απουσία τού πνεύματός τους από το σώμα τους σαν σκλαβιά» (Δ&Δ 138:50· βλέπε, επίσης, Δ&Δ 45:17).

Ακόμα και το θνητό σώμα μας αποτελεί βασικό μέρος του σχεδίου του Επουράνιου Πατέρα μας και είναι ένα ουράνιο δώρο. Όταν το προθνητό πνεύμα μας έρχεται σε τούτη τη γη, «επαυξάνεται» (Αβραάμ 3:26) με ένα σώμα. Όπως δίδαξε ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ: «Ήλθαμε σε αυτή τη γη, ώστε να μπορέσουμε να έχουμε ένα σώμα και να το παρουσιάσουμε καθαρό ενώπιον του Θεού στο σελέστιο βασίλειο. Η μεγάλη αρχή της ευδαιμονίας συνίσταται στην απόκτηση ενός σώματος. Ο ενάντιος δεν έχει σώμα και αυτή είναι η τιμωρία του»9.

Όπως έχει διδάξει ο Πρεσβύτερος Ντέιβιντ Μπέντναρ της Απαρτίας των Δώδεκα Αποστόλων: «Το υλικό σώμα μας, κάνει δυνατόν ένα εύρος, ένα βάθος και μία ένταση εμπειρίας, τα οποία απλώς δεν θα μπορούσαμε να λάβουμε στην προγήινη κατάστασή μας. Επομένως, οι σχέσεις μας με τους άλλους ανθρώπους, η ικανότητά μας να αναγνωρίζουμε και να ενεργούμε σύμφωνα με την αλήθεια και η ικανότητά μας να υπακούμε στις αρχές και διατάξεις του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού ενισχύονται μέσω του φυσικού σώματός μας. Στο σχολείο της θνητότητας, βιώνουμε τρυφερότητα, αγάπη, καλοσύνη, ευτυχία, θλίψη, απογοήτευση, πόνο, ακόμα και τις δυσκολίες των φυσικών ορίων, με τρόπους που μας προετοιμάζουν για την αιωνιότητα. Για να το πούμε απλά, υπάρχουν μαθήματα που πρέπει να μάθουμε και εμπειρίες που πρέπει να έχουμε, όπως περιγράφουν οι γραφές, “σύμφωνα με τη σάρκα” (Νεφί Α΄ 19:6, Άλμα 7:12-1310.

Επιπλέον, ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ δίδαξε: «Όλα τα άτομα τα οποία έχουν σώμα, έχουν δύναμη επάνω σε εκείνα που δεν έχουν»11. Ο Σατανάς μπορεί να μας βάλει σε πειρασμό, όμως δεν μπορεί να υποχρεώσει. «Ο διάβολος δεν έχει καμία δύναμη επάνω μας, μόνο στον βαθμό που του το επιτρέπουμε»12.

Εν τέλει, το δώρο ενός τελειοποιημένου, ανεστημένου σώματος βοηθά να τεθούμε πέρα από τη δύναμη του Σατανά για πάντα. Εάν δεν υπήρχε Ανάσταση, «το πνεύμα μας θα έπρεπε να υποταχθεί [στον]… διάβολο, για να μην ξανασηκωθεί ποτέ πια. Και το πνεύμα μας θα έπρεπε να είχε γίνει σαν κι αυτόν, και θα γινόμασταν διάβολοι, άγγελοι του διαβόλου, να αποκλειστούμε από την παρουσία τού Θεού μας, και να παραμείνουμε με τον πατέρα της ψευτιάς σε αθλιότητα, όπως κι αυτός ο ίδιος» (Νεφί Β΄ 9:8-9).

Το πνεύμα και το σώμα δεν είναι εχθροί

Μολονότι είναι διαφορετικά, το πνεύμα και το σώμα δεν ανήκουν σε δύο ουσιωδώς διαφορετικές και ασυμφιλίωτες πραγματικότητες. Όπως έμαθε ο Τζόζεφ Σμιθ: «Δεν υπάρχει άυλη ύλη. Κάθε πνεύμα είναι ύλη, όμως είναι πιο φίνο δηλαδή αγνό, και μπορεί να διακρίνεται μόνο από αγνότερα μάτια. Δεν μπορούμε να το δούμε, όμως όταν το σώμα μας εξαγνιστεί θα δούμε ότι είναι όλο ύλη» (Δ&Δ 131:7-8).

Εικόνα
Christ appears to the Nephites

Λεπτομέρεια από το: Ο Χριστός εμφανίζεται στο δυτικό ημισφαίριο, υπό Arnold Friberg

Στην ένδοξη και λαμπρή, ανεστημένη κατάστασή Του, ο Ιησούς Χριστός αντιπροσωπεύει την τέλεια ένωση πνεύματος και σώματος, διαφωτίζοντάς μας ότι «το πνεύμα με το σώμα αποτελούν την ψυχή τού ανθρώπου» (Δ&Δ 88:15). Σε τούτη τη ζωή προσπαθούμε να «σκεφτόμαστε πνευματικά» (Νεφί Β΄ 9:39), να «παραμερί[σουμε] το φυσικό άνθρωπο» (Μωσία 3:19) και να «χαλιναγω[γούμε] όλα [μας] τα πάθη» (Άλμα 38:12). Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το πνεύμα και το σώμα είναι εχθροί. Όπως μας έδειξε ο Ιησούς Χριστός, δεν θα πρέπει να περιφρονούμε και να υπερβαίνουμε το σώμα, αλλά να κυριαρχούμε σε αυτό και να το αλλάζουμε.

Η ζωή σε ένα θνητό σώμα έχει έναν σκοπό με νόημα

Η αντίληψη ότι αυτή η ζωή είναι μια δοκιμασία αποκτά περισσότερη σημασία όταν συλλογιζόμαστε τι γνωρίζουμε για τη ζωή μας πριν και μετά από αυτή. Ζούσαμε ως πνεύματα προτού έρθουμε στη γη και ο Επουράνιος Πατέρας σχεδιάζει για εμάς να γίνουμε όπως Εκείνος και να ζήσουμε παντοτινά με ένα αθάνατο υλικό σώμα. Οι αλήθειες αυτές σημαίνουν ότι ο χρόνος δοκιμασίας μας σε αυτό το θνητό σώμα δεν είναι αυθαίρετος αλλά έχει αληθινό νόημα και σκοπό.

Όπως έχει εξηγήσει ο Πρεσβύτερος Κριστόφερσον: «Με τις επιλογές μας θα δείξουμε στον Θεό (και στον εαυτό μας) τη δέσμευση και την ικανότητά μας να ζήσουμε τον σελέστιο νόμο Του, ενώ βρισκόμαστε εκτός της παρουσίας Του και μέσα σε ένα υλικό σώμα, με όλες του τις δυνάμεις, ορέξεις και πάθη. Θα μπορέσουμε να τιθασεύσουμε τη σάρκα, ώστε να γίνει όργανο και όχι κυρίαρχη του πνεύματος; Θα είμαστε άξιοι να μας εμπιστευθεί στον παρόντα καιρό και όλη την αιωνιότητα με θεϊκές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης και της δύναμης να δημιουργούμε ζωή; Θα μπορούσαμε να ξεπεράσουμε ατομικά το κακό; Αυτοί που το μπόρεσαν “θα έχουν δόξα που θα επαυξηθεί επάνω στο κεφάλι τους στον αιώνα τού αιώνα” [Αβραάμ 3:26] -- μια πολύ σημαντική πτυχή εκείνης της δόξας θα είναι ένα ανεστημένο, αθάνατο, ένδοξο και λαμπρό υλικό σώμα»13.

Οι εμπειρίες μας στο παρόν σώμα μας, συμπεριλαμβανομένων των σχέσεων του ενός με τον άλλο, έχουν σημασία διότι μοιάζουν με εκείνο το οποίο θα έρθει. Όπως έμαθε ο Τζόζεφ Σμιθ: «Και αυτή η ίδια κοινωνικότητα που υφίσταται ανάμεσά μας εδώ, θα υφίσταται ανάμεσά μας εκεί, μόνο που θα συνοδεύεται με αιώνια δόξα, την οποία δόξα δεν απολαμβάνουμε τώρα» (Δ&Δ 130:2).

Έχουμε ελπίδα στον Ιησού Χριστό

Εικόνα
women at the tomb

Οι τρεις Μαρίες στον τάφο, υπό William-Adolphe Bouguereau, Superstock.com

Από τη θέα του κενού τάφου και μετά, η Ανάσταση του Ιησού Χριστού έχει φέρει ελπίδα, διότι αναγνωρίζουμε στην Ανάστασή Του την προοπτική της δικής μας, όπου «όλες οι απώλειές [μας] θα επανορθωθούν σε [εμάς]… υπό την προϋπόθεση να εξακολουθήσουμε με πίστη»14.

Οι πρώτοι Απόστολοι του Σωτήρος ήταν σε θέση να δώσουν θαρραλέα μαρτυρία για την Ανάστασή Του, διότι είχαν δει και ψηλαφήσει το σώμα Του. Όμως υπήρχαν πολύ περισσότερα από αυτό. Όπως ακριβώς ο Ιησούς Χριστός είχε θεραπεύσει αναπηρίες του σώματος για να δείξει ότι είχε τη δύναμη να συγχωρεί τις αμαρτίες (βλέπε Κατά Λουκάν 5:23-25), η Ανάστασή Του -- η απτή απόδειξη της δύναμής Του να υπερνικήσει τον φυσικό θάνατο-- έγινε η διαβεβαίωση των οπαδών Του για τη δύναμή Του να υπερνικήσει τον πνευματικό θάνατο. Οι υποσχέσεις που Εκείνος έδωσε στις διδασκαλίες Του -- άφεση αμαρτιών, ειρήνη σε τούτη τη ζωή, αιώνια ζωή στο βασίλειο του Πατέρα -- έγιναν πραγματικότητα και η πίστη τους έγινε ακλόνητη.

«Αλλ’ αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, η πίστη [μας] είναι μάταιη» (Προς Κορινθίους Α΄ 15:17). Όμως, επειδή Εκείνος αναστήθηκε από τους νεκρούς, μπορούμε «να έχ[ουμε] ελπίδα μέσω της εξιλέωσης του Χριστού και τής δύναμης τής αναστάσεως, για να αναστηθ[ούμε] σε ζωή αιώνια, και τούτο χάρη της πίστης [μας] προς εκείνον σύμφωνα με την υπόσχεση» (Μορόνι 7:41).

Κατά τη θνητή ζωή Του, ο Ιησούς Χριστός προσκάλεσε τον κόσμο να Τον ακολουθήσει. Μετά τον θάνατο και την Ανάστασή Του, ο προορισμός έγινε ακόμα πιο ξεκάθαρος. Εάν εμείς, υπακούοντας στους νόμους και τις διατάξεις του Ευαγγελίου, καλλιεργούμε ένα «σελέστιο πνεύμα» μέσα μας, μπορούμε «[να] λάβ[ουμε] το ίδιο σώμα, το οποίο ήταν φυσικό σώμα» και να «ζωοποιηθ[ούμε] με μέρος της σελέστιας δόξας [και] [να] λάβ[ουμε] από αυτήν, δηλαδή μια πληρότητα» (Δ&Δ 88:28-29). Εκείνος έχει δείξει τον δρόμο. Εκείνος είναι ο δρόμος. Είναι με τη δική Του δύναμη -- μέσω της Εξιλέωσης και της Ανάστασής Του -- που αυτή η σελέστια πληρότητα είναι δυνατή, πράγμα το οποίο περιλαμβάνει μία πληρότητα χαράς σε ένα ανεστημένο σώμα.

Σημειώσεις

  1. Όταν ο Ιησούς Χριστός εμφανίστηκε στους ανθρώπους στον Νέο Κόσμο, ζήτησε από αυτούς -- χιλιάδες από αυτούς -- να έρθουν «ένας προς ένα» και να αγγίξουν τα χέρια Του, τα πόδια και την πλευρά του, ώστε να μπορέσουν να δώσουν μαρτυρία ότι και είχαν δει και ψηλάφησαν με τα χέρια τους τον ανεστημένο Κύριο (βλέπε Νεφί Γ΄ 11:14-15, 18:25).

  2. Διδασκαλίες των Προέδρων τής Εκκλησίας: Τζόζεφ Σμιθ (2007), 49.

  3. Βλέπε Γένεση 1:27, Έξοδος 33:11, Πράξεις 7:56.

  4. Μολονότι παρόμοιες ιδέες περιλαμβάνονταν σε προγενέστερα χριστιανικά δόγματα, αυτή η συγκεκριμένη διατύπωση προέρχεται από το Thirty-Nine Articles of the Anglican Church (1563).

  5. Διδασκαλίες: Τζόζεφ Σμιθ, 42.

  6. Τζέφρυ Χόλλαντ, “The Only True God and Jesus Christ Whom He Hath Sent”, Λιαχόνα, Νοε 2007, 42.

  7. Τοντ Κριστόφερσον, «Η Ανάσταση του Ιησού Χριστού», Λιαχόνα, Μάιος 2014, 113.

  8. Ακόμα και η αποκάλυψη για τον προθνητό Ιησού Χριστό ήταν μια μαρτυρία αυτού του γεγονότος, δεδομένου ότι έδειχνε ότι το σώμα του πνεύματός Του είχε ανθρώπινη μορφή (βλέπε Εθέρ 3:16).

  9. Διδασκαλίες: Τζόζεφ Σμιθ, 211.

  10. Ντέιβιντ Μπέντναρ, «Πιστεύουμε στο να είμαστε αγνοί», Λιαχόνα, Μάιος 2013, 41.

  11. Διδασκαλίες: Τζόζεφ Σμιθ, 211.

  12. Διδασκαλίες: Τζόζεφ Σμιθ, 214.

  13. Τοντ Κριστόφερσον, «Γιατί γάμος, γιατί οικογένεια», Λιαχόνα, Μάιος 2015, 51.

  14. Διδασκαλίες: Τζόζεφ Σμιθ, 51.