Διδασκαλίες των Προέδρων
Κεφαλαιο 42: Οικογένεια: Η γλυκύτερη ένωση για τον παρόντα καιρό και την αιωνιότητα


Κεφαλαιο 42

Οικογένεια: Η γλυκύτερη ένωση για τον παρόντα καιρό και την αιωνιότητα

«Η γλυκύτερη ένωση και ευτυχία διαχεόταν στο σπιτικό μας. Καμία λογομαχία, καμία διαφωνία δεν διετάρασσε την ειρήνη μας και ανάμεσά μας βασίλευε η γαλήνη». (Αούση Μακ Σμιθ)

Από τη ζωή του Τζόζεφ Σμιθ

Eως το 1843, μολονότι ο Ναός της Ναβού δεν είχε ακόμα αποπερατωθεί, ο Προφήτης είχε ανακοινώσει τη διδαχή της σωτηρίας για τους νεκρούς και είχε χορηγήσει την προικοδότηση ναού σε μία ομάδα πιστών Αγίων. Ωστόσο, έπρεπε ακόμα να τεθεί στη σωστή θέση ένα σημαντικό μέρος του ιερού έργου των ναών. Στις 16 Μαΐου 1843, ο Προφήτης ταξίδεψε από τη Ναβού στο Ράμους του Ιλλινόις, όπου έμεινε στο σπίτι του στενού φίλου του, Μπέντζαμιν Τζόνσον. Εκείνο το βράδυ, δίδαξε τον αδελφό και την αδελφή Τζόνσον καθώς και μερικούς στενούς φίλους για τη «νέα και αιώνια διαθήκη του γάμου». Εξήγησε ότι η διαθήκη αυτή ήταν η «τάξη της ιεροσύνης», απαραίτητη για να λάβουν τον ύψιστο βαθμό στο σελέστιο βασίλειο. (Βλέπε Δ&Δ 131:1–4.) Δίδαξε, επίσης, ότι αν ένας άνδρας και μία γυναίκα δεν εισέλθουν στη διαθήκη του παντοτινού γάμου, «θα παύσουν να αυξάνονται πνευματικά όταν πεθάνουν. Δηλαδή, δεν θα έχουν παιδιά μετά την ανάσταση». Εκείνοι οι οποίοι εισέρχονται στη διαθήκη αυτή και παραμένουν πιστοί, «θα εξακολουθήσουν να αυξάνονται πνευματικά και θα έχουν παιδιά στη σελέστια δόξα»1.

Δύο μήνες αργότερα, στις 12 Ιουλίου 1843, στο γραφείο που βρισκόταν στο επάνω πάτωμα του καταστήματος με τα κόκκινα τούβλα, ο Προφήτης υπαγόρευσε στον Ουίλιαμ Κλέιτον μια αποκάλυψη σχετικά με τη διδαχή του παντοτινού γάμου (βλέπε Δ&Δ 132). Ο Προφήτης είχε γνωρίσει και διδάξει αυτή τη διδαχή για αρκετό διάστημα. Στην αποκάλυψη αυτή ο Κύριος διακήρυξε ότι εάν ο σύζυγος και η σύζυγος δεν είναι επισφραγισμένοι με τη δύναμη της άγιας ιεροσύνης, «δεν μπορούν να μεγεθυνθούν, αλλά παραμένουν ξεχωριστά και μόνοι, χωρίς υπερύψωση, στη σωτήριά τους κατάσταση, σε όλη την αιωνιότητα» (βλέπε Δ&Δ 132:15–18). Για να λάβουν την υπερύψωση, ο σύζυγος και η σύζυγος πρέπει να επισφραγιστούν από τη δύναμη της ιεροσύνης και κατόπιν να παραμείνουν πιστοί στις διαθήκες τους:

«Και πάλι αληθινά σου λέω, αν ένας άνθρωπος παντρευτεί μια γυναίκα μέσω του λόγου μου, ο οποίος είναι ο νόμος μου, και με την καινούργια και αιώνια διαθήκη, και αυτό επισφραγιστεί γι’ αυτούς από το Άγιο Πνεύμα της επαγγελίας, μέσω εκείνου ο οποίος έχει χριστεί, για τον οποίο έχω ορίσει αυτήν την εξουσία και τα κλειδιά αυτής της Ιεροσύνης… θα γίνει σ’ αυτούς κατά τα πάντα όσα ο δούλος μου έχει θέσει επάνω τους, στον παρόντα καιρό και σε όλη την αιωνιότητα, και θα είναι σε απόλυτη ισχύ όταν θα βρίσκονται έξω από τον κόσμο, και θα προσπεράσουν τους αγγέλους και τους θεούς, που έχουν τεθεί εκεί, προς την υπερύψωση και τη δόξα τους στα πάντα, καθώς έχει επισφραγιστεί επάνω στα κεφάλια τους, η οποία δόξα θα είναι πληρότητα και συνέχιση των απογόνων στον αιώνα του αιώνα.

»Τότε αυτοί θα είναι θεοί, γιατί δεν έχουν τέλος. Επομένως θα είναι από αιωνιότητα σε αιωνιότητα, επειδή συνεχίζουν. Τότε θα είναι υπεράνω όλων, επειδή τα πάντα υποτάσσονται σ’ αυτούς. Τότε θα είναι θεοί, επειδή έχουν κάθε εξουσία, και οι άγγελοι υποτάσσονται σ’ αυτούς. Αληθινά, αληθινά, σας λέω, αν δεν ακολουθήσετε το νόμο μου, δεν μπορείτε να φθάσετε σ’ αυτήν τη δόξα» (Δ&Δ 132:19–21).

Για τον Πρεσβύτερο Πάρλυ Πρατ της Απαρτίας των Δώδεκα, η γνώση αυτής της διδαχής έκανε βαθύτερη την αγάπη του για την οικογένειά του: «Ο Τζόζεφ Σμιθ ήταν εκείνος ο οποίος μου δίδαξε πώς να εκτιμώ τις πολύ στοργικές σχέσεις του πατέρα και της μητέρας, του συζύγου και της συζύγου, του αδελφού και της αδελφής, του γιου και της κόρης. Από εκείνον ήταν που έμαθα ότι η σύζυγος της καρδιάς μου θα μπορούσε να διασφαλιστεί προς εμένα για τον παρόντα καιρό και την αιωνιότητα· και πως τα εξευγενισμένα συναισθήματα της συμπάθειας και της στοργής τα οποία έδεναν τον έναν με τον άλλο με αγάπη πολλή, προέρχονταν από την πηγή της ουράνιας, παντοτινής αγάπης. Από αυτόν ήταν που έμαθα ότι θα μπορούσαμε να καλλιεργήσουμε αυτά τα συναισθήματα και να αυξηθούμε πνευματικά και να εμπλουτιστούμε σε αυτά τα συναισθήματα σε όλη την αιωνιότητα. Ενώ το επακόλουθο της χωρίς τέλος ένωσής μας θα ήταν ένα αποτέλεσμα τόσο υπεράφθονο, όσο τα άστρα στον ουρανό ή όσο οι κόκκοι της άμμου στην παραλία. …Είχα αγαπήσει και πριν, όμως δεν ήξερα γιατί. Όμως τώρα αγαπούσα –με μία αγνότηταμία σφοδρότητα ενός εξυψωμένου, υπερυψωμένου αισθήματος, το οποίο ανύψωνε την ψυχή μου από τα πρόσκαιρα πράγματα αυτού του άθλιου κόσμου και την διεύρυνε σαν τον ωκεανό. …Με δυο λόγια, μπορούσα τώρα να αγαπώ με το πνεύμα αλλά και με την κατανόηση»2.

Διδασκαλίες του Τζόζεφ Σμιθ

Ο σύζυγος και η σύζυγος τιμούν ο ένας τον άλλο, δείχνοντας αγάπη, καλοσύνη και τρυφερότητα.

«Ο γάμος [είναι] ένας θεσμός των ουρανών, θεσπισμένος στον κήπο της Εδέμ»3.

«Αποτελεί καθήκον του συζύγου να αγαπά, να περιθάλπει και να γαλουχεί τη σύζυγό του, και να προσκολλάται σε εκείνη και κανέναν άλλο [βλέπε Δ&Δ 42:22]. Θα πρέπει να την τιμά σαν τον εαυτό του και θα πρέπει να αντιμετωπίζει τα συναισθήματά της με τρυφερότητα, διότι είναι σάρκα του και οστούν του, σχεδιασμένη έτσι ώστε να είναι βοηθός σε αυτόν, τόσο στα υλικά, όσο και στα πνευματικά· ο άνθρωπος στον οποίο μπορεί να εκφράσει όλα τα παράπονά του χωρίς επιφύλαξη, που είναι πρόθυμη (έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε) να αναλάβει μέρος του φορτίου του, να γαληνεύει και να ενθαρρύνει τα συναισθήματά του με την απαλή φωνή της.

»Η θέση του άνδρα είναι να στέκει στην κεφαλή της οικογένειάς του… όχι να ασκεί εξουσία επί της συζύγου του σαν τύραννος ούτε σαν κάποιος ο οποίος φοβάται ή ζηλεύει ότι η σύζυγός του θα ξεφύγει από τη θέση της και θα τον εμποδίσει να ασκεί την εξουσία του. Αποτελεί καθήκον του να είναι ένας άνθρωπος του Θεού (διότι ένας άνθρωπος του Θεού είναι ένας άνδρας σοφίας), έτοιμος σε κάθε στιγμή να λάβει από τις γραφές, τις αποκαλύψεις και από τα ύψη, τις οδηγίες εκείνες οι οποίες είναι απαραίτητες για την πνευματική εξύψωση και τη σωτηρία του σπιτικού του»4.

Σε μία συγκέντρωση των αδελφών της Ανακουφιστικής Εταιρείας, ο Τζόζεφ Σμιθ είπε: «Δε θα πρέπει να ενοχλείτε τους συζύγους σας για τις πράξεις τους, αλλά αφήστε να γίνουν αισθητά η αθωότητα, η καλοσύνη και η τρυφερότητά σας, πράγματα τα οποία είναι περισσότερο δυνατά από μία μυλόπετρα κρεμασμένη από το λαιμό. Όχι πόλεμος, όχι καυγάδες [φιλονικίες], όχι αντιλογία ή έριδες, αλλά πραότητα, αγάπη, αγνότητα – αυτά είναι τα πράγματα τα οποία θα πρέπει να σας εξυψώνουν στα μάτια όλων των καλών ανδρών.

»…Όταν ένας άνδρας αντιμετωπίζει προβλήματα, όταν είναι σαστισμένος από τις φροντίδες και τις δυσκολίες, αν μπορεί να συναντήσει ένα χαμόγελο αντί για τσακωμό ή γκρίνια – αν μπορεί να δει ηπιότητα απέναντí του, θα ηρεμήσει η ψυχή του και θα καθησυχάσουν τα συναισθήματά του. Όταν ο νους κινείται προς την απελπισία, χρειάζεται μια πηγή παρηγοριάς που θα του δώσει η τρυφερότητα και η καλοσύνη. …Όταν πηγαίνετε σπίτι, ποτέ μη μιλήσετε θυμωμένα και κακόκεφα, μην πείτε λόγια αγενή στους συζύγους σας, αλλά αφήστε την καλοσύνη, την ευσπλαχνία και την αγάπη να στεφανώνουν τα λόγια σας από εδώ και στο εξής»5.

Η Ιλάιζα Σνόου ανέφερε: «[Ο Προφήτης Τζόζεφ Σμιθ] προέτρεψε τις αδελφές να επικεντρώνουν πάντοτε την πίστη και τις προσευχές τους και να εμπιστεύονται τους συζύγους τους, τους οποίους ο Θεός όρισε για αυτές να τους τιμούν»6.

Τα παιδιά τιμούν τους γονείς τους, εκφράζοντας ευγνωμοσύνη για αυτούς και αγαπώντας τους σε όλη τη ζωή τους.

Επί αρκετές ημέρες τον Οκτώβριο του 1835, ο Προφήτης πραγματοποιούσε καθημερινές επισκέψεις στο σοβαρά άρρωστο πατέρα του, περιθάλπoντάς τον «με μεγάλη αγωνία». Στο ημερολόγιο του Προφήτη καταγράφεται: «Φρόντισα ξανά τον πατέρα μου, ο οποίος ήταν πολύ άρρωστος. Σε μυστική προσευχή το πρωί, ο Κύριος είπε: ‘Δούλε μου, ο πατέρας σου θα ζήσει’. Τον φρόντισα όλη την ημέρα με την καρδιά μου στραμμένη στον Θεό, στο όνομα του Ιησού Χριστού, ώστε να αποκαταστήσει την υγεία του, ώστε να μπορέσω να ευλογηθώ με τη συντροφιά και τη συμβουλή του, κρίνοντάς την ως μία από τις μεγαλύτερες ευλογίες επί της γης, να είμαι ευλογημένος με την παρέα των γονέων μου, όπου η ωριμότητα των χρόνων τους και η εμπειρία, τους καθιστούν ικανούς να παρέχουν την ωφελιμότερη συμβουλή. Το βράδυ, ήρθε ο αδελφός Ντέηβιντ Ουίτμερ. Επικαλεσθήκαμε τον Κύριο με ένθερμη προσευχή στο όνομα του Ιησού Χριστού και θέσαμε τα χέρια μας επάνω του, και επιπλήξαμε την ασθένεια. Και ο Θεός εισάκουσε και απάντησε στις προσευχές μας – προς μεγάλη χαρά και ικανοποίηση των ψυχών μας. Ο ηλικιωμένος πατέρας μας σηκώθηκε και ντύθηκε, φώναξε και δόξασε τον Κύριο»7.

«Ευλογημένη είναι η μητέρα μου, διότι η ψυχή της είναι πάντοτε γεμάτη καλοκαγαθία και φιλανθρωπία· και παρά την ηλικία της, θα λάβει δύναμη και παρηγοριά στην οικογένειά της, και θα έχει αιώνια ζωή. Και ευλογημένος είναι ο πατέρας μου, διότι το χέρι του Κυρίου θα είναι επάνω του, διότι θα δει τη θλίψη των παιδιών του να παρέρχεται· και όταν οι καρποί της ζωής του θα μπορούν πλήρως να ειδωθούν, θα δει τον εαυτό του σαν ένα δένδρο ελιάς, τα κλαδιά της οποίας γέρνουν προς τα κάτω κατάφορτα από καρπούς· και θα κατέχει ένα οίκημα στα ύψη»8.

«Θυμήθηκα σκηνές της παιδικής μου ηλικίας. Σκέφθηκα τον πατέρα μου που έχει πεθάνει. …Είχε ένα επιβλητικό παράστημα και διέθετε έναν ανώτερο και άγιο, υπερυψωμένο και χρηστό νου. Η ψυχή του υψιπετούσε πάνω από όλες εκείνες τις ευτελείς και αναξιοπρεπείς αρχές που είναι τόσο χαρακτηριστικές της ανθρώπινης καρδιάς. Λέω τώρα ότι ποτέ δεν έκανε κάποια κακή πράξη, για την οποία θα μπορούσε να ειπωθεί ότι ήταν μικρόψυχη στη ζωή του, από όσο γνωρίζω. Αγαπώ τον πατέρα μου και τη μνήμη του· και η μνήμη των ευγενών πράξεών του στέκει με ισχυρή επίδραση στο νου μου, και πολλά από τα καλοσυνάτα λόγια του ως γονέα προς εμένα, είναι γραμμένα στις σάρκινες πλάκες της καρδιάς μου.

»Ιερές για μένα είναι οι σκέψεις που κρατώ με πολλή αγάπη από την ιστορία της ζωής του, που πέρασαν από το νου μου και εμφυτεύθηκαν εκεί από δική μου προσεκτική παρατήρηση, από τότε που γεννήθηκα. Ιερό για μένα είναι το λείψανό του και το σημείο όπου κείται. Ιερός για μένα είναι ο τάφος του που έκανα, για να καλύπτει πάνω από την κεφαλή του. Ας ζει αιώνια η μνήμη του πατέρα μου. …Είθε ο Θεός που αγαπώ να στρέψει κάτω το βλέμμα από ψηλά και να με σώσει από τους εχθρούς μου εδώ, και να με πάρει από το χέρι, ώστε να μπορέσω να σταθώ στο Όρος Σιών, και να με στέψει αιώνια εκεί, μαζί με τον πατέρα μου.

»Τα λόγια και ο λόγος είναι ανεπαρκή ώστε να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη που οφείλω στον Θεό, διότι μου έδωσε τόσο έντιμους γονείς.

»Η μητέρα μου, επίσης, είναι μία από τις ευγενέστερες και η καλύτερη όλων των γυναικών. Είθε να δώσει ο Θεός, ώστε να επιμηκύνει τις ημέρες της και τις δικές μου, ώστε να ζήσουμε για να απολαύσουμε επί μακρόν τη συντροφιά ο ένας του άλλου»9.

«Όταν συλλογιζόμαστε με πόση φροντίδα και ακατάπαυστη επιμέλεια προσπάθησαν οι γονείς μας να μας επιβλέψουν, και πόσες ώρες θλίψης και αγωνίας πέρασαν πάνω από την κούνια μας και δίπλα στο κρεβάτι μας σε καιρούς αρρώστιας, πόσο προσεκτικοί θα πρέπει να είμαστε για τα συναισθήματά τους όταν βρεθούν πια σε προχωρημένη ηλικία! Δε θα είναι πηγή γλυκιάς ανάμνησης για εμάς, να πούμε ή να κάνουμε οτιδήποτε φέρει θλίψη στα γκρίζα μαλλιά τους και τους οδηγήσει στον τάφο»10.

Η αγάπη ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές μπορεί να είναι γλυκιά και διαρκής.

Για τους δύο αδελφούς του, οι οποίοι είχαν πεθάνει σε νεαρή ηλικία, ο Προφήτης έγραψε: «Ο Άλβιν, ο μεγαλύτερος αδελφός μου – θυμάμαι καλά τον οδυνηρό πόνο που φούσκωνε το νεανικό στέρνο μου και έκανε την καρδιά μου να σπάσει σχεδόν, όταν πέθανε. Ήταν ο μεγαλύτερος και ο ευγενέστερος από την οικογένεια του πατέρα μου. Ήταν από τους ευγενέστερους γιους των ανθρώπων. …Δεν υπήρχε δόλος σε αυτόν. Έζησε ακηλίδωτος από την εποχή που ήταν παιδί. …Ήταν από τους πιο ήρεμους ανθρώπους και όταν πέθανε, ο άγγελος του Κυρίου τον επισκέφθηκε κατά τις τελευταίες στιγμές του…

»Ο αδελφός μου Δον Κάρλος Σμιθ… ήταν κι αυτός ένα ευγενές αγόρι. Ποτέ δεν βρήκα κάποιο ελάττωμα σε αυτόν ποτέ δεν είδα ούτε μία ανήθικη πράξη ούτε ένα δείγμα ασεβούς ή ποταπής διάθεσης στο παιδί από τότε που γεννήθηκε έως την ώρα του θανάτου του. Ήταν ένα αγαπητό, καλοσυνάτο, ένα καλόκαρδο και ενάρετο, ένα πιστό, ακέραιο παιδί· και εκεί όπου θα πάει η ψυχή του, ας πάει και η δική μου»11.

Ο Τζόζεφ Σμιθ έγραψε τα ακόλουθα σε μία επιστολή προς το μεγαλύτερο αδελφό του, Χάυρουμ: «Πολυαγαπημένε αδελφέ μου, Χάυρουμ, έχω μεγάλη ανησυχία για εσένα, όμως πάντοτε σε θυμάμαι στις προσευχές μου, ζητώντας από τον Θεό να σε διαφυλάσσει από τους ανθρώπους ή τους δαίμονες. …Ο Θεός να σε προστατεύει»12.

Για τον Χάυρουμ, ο Προφήτης έγραψε: «Θα προσευχόμουν μέσα από την ψυχή μου ώστε όλοι οι αδελφοί μου να ήταν σαν τον αγαπημένο αδελφό μου Χάυρουμ, ο οποίος διαθέτει την πραότητα ενός αρνιού και την ακεραιότητα του Ιώβ και, με λίγα λόγια, την πραότητα και την ταπεινότητα του Χριστού. Και τον αγαπώ με την αγάπη εκείνη, η οποία είναι δυνατότερη από το θάνατο»13.

Οι γονείς οι οποίοι αγαπούν, στηρίζουν και προσεύχονται για τα παιδιά τους, φέρνουν αμέτρητες ευλογίες στη ζωή των παιδιών τους.

Μετά την επίσκεψή του στο Λόφο Κουμώρα, τον Σεπτέμβριο του 1823, ο Τζόζεφ Σμιθ αφηγήθηκε την εμπειρία του στην οικογένειά του και κατόπιν εξακολούθησε να μιλά για τις εμπειρίες του σε αυτούς. Η μητέρα του Προφήτη κατέγραψε: «Κάθε βράδυ συγκεντρώναμε κοντά μας τα παιδιά μας. Νομίζω ότι παρουσιάζαμε το πιο ασυνήθιστο θέαμα οικογένειας που έζησε ποτέ επάνω στη γη, όλοι καθισμένοι σε κύκλο, πατέρας, μητέρα, γιοι και κόρες, να ακούμε με κομμένη αναπνοή και αγωνία τις θρησκευτικές διδασκαλίες ενός αγοριού [δεκαεπτά] χρονών…

»Ήμασταν πεπεισμένοι ότι ο Θεός επρόκειτο να φέρει στο φως κάτι με το οποίο θα ενδυναμωνόμασταν πνευματικά και διανοητικά, κάτι για το οποίο θα μπορούσαμε να έχουμε μια περισσότερο συγκεκριμένη άποψη, από οτιδήποτε είχαμε διδαχθεί μέχρι τώρα και χαιρόμασταν για αυτό με αφάνταστα μεγάλη χαρά. Η γλυκύτερη ενότητα και ευτυχία διαχεόταν στο σπίτι μας. Καμία λογομαχία, καμία δυσαρμονία δεν ενοχλούσε την ειρήνη μας, και η γαλήνη βασίλευε ανάμεσά μας»14.

Προς το τέλος της προέλασης του Στρατοπέδου της Σιών, τον Ιούνιο του 1834, ο Τζόζεφ και ο Χάυρουμ Σμιθ, ανάμεσα σε πολλούς άλλους, προσβληθηκαν από χολέρα. Η μητέρα τους αφηγηθηκε τα εξης σχετικά με την εμπειρία τους: «Η χαρά του Χάυρουμ και του Τζόζεφ… όταν συναντηθήκαμε ξανά, υγιείς, ήταν αφάνταστα μεγάλη, πέρα από κάθε μέτρο, εξαιτίας των κινδύνων από τους οποίους είχαν διαφύγει κατά τη διάρκεια της απουσίας τους. Κάθισαν δίπλα μου, αριστερά και δεξιά μου, ο Τζόζεφ να μου κρατά το ένα χέρι και ο Χάυρουμ το άλλο, και μου διηγήθηκαν τα εξής:…

»‘Η αρρώστια μας προσέβαλε πολύ γρήγορα και σε μερικά λεπτά ήμασταν τρομακτικά καταπονημένοι. Μιλούσαμε με νοήματα ο ένας στον άλλο και φύγαμε από το σπίτι με σκοπό να πάμε σε κάποιο μέρος που είχαμε σχεδιάσει, για να προσευχηθούμε μαζί, ώστε ο Θεός να μας ελευθέρωνε από τη φρικτή αυτή κατάσταση. Όμως προτού μπορέσουμε να απομακρυνθούμε αρκετά, ώστε να διασφαλίσουμε ότι δεν θα μας διέκοπτε κάποιος, αισθανθήκαμε ότι μόλις που μπορούσαμε να σταθούμε στα πόδια μας και τρομοκρατηθήκαμε, γιατί φοβηθήκαμε μην πεθάνουμε σε αυτήν την ερημιά της Δύσης, τόσο μακριά από τις οικογένειές μας, χωρίς καν να έχουμε το προνόμιο να ευλογήσουμε τα παιδιά μας ή να τους δώσουμε μια τελευταία συμβουλή πριν φύγουμε από τον κόσμο. Ο Χάυρουμ φώναξε: «Τζόζεφ, τι θα κάνουμε; Θα χαθούμε από το πρόσωπο της γης, εξαιτίας αυτής της φρικτής κατάρας;» «Ας γονατίσουμε», είπε [ο Τζόζεφ], «και ας προσευχηθούμε στον Θεό να απαλείψει τον σπασμό και όποια άλλη καταπόνηση και να αποκαταστήσει την υγεία μας, ώστε να μπορέσουμε να επιστρέψουμε στις οικογένειές μας». Το πράξαμε, όμως χωρίς να δούμε κάποιο όφελος και συνεχίσαμε να χειροτερεύουμε…

»’Σύντομα αποφασίσαμε να επικαλεστούμε ξανά τον Θεό για ευσπλαχνία και να παραμείνουμε γονατιστοί έως ότου ο ένας ή ο άλλος λάμβανε κάποια μαρτυρία ότι θα θεραπευόμασταν. …Προσευχηθήκαμε λίγη ώρα, πρώτα ο ένας και μετά ο άλλος, και σύντομα αντιληφθήκαμε ότι ο σπασμός άρχισε να χαλαρώνει το άδραγμά του. Λίγο αργότερα, ο Χάυρουμ σηκώθηκε στα πόδια του και αναφώνησε: «Τζόζεφ, πρέπει να επιστρέψουμε, γιατί είδα ένα όραμα όπου φαινόταν η μητέρα γονατισμένη κάτω από μία μηλιά, να προσεύχεται για μας και τούτη τη στιγμή ακόμα, ζητεί με δάκρυα από τον Θεό να λυπηθεί τη ζωή μας ώστε να μας δει ξανά κατά τη σάρκα. Και το Πνεύμα δίνει μαρτυρία σε εμένα ότι οι προσευχές της και οι δικές μας θα εισακουστούν». Και από εκείνη τη στιγμή θεραπευθήκαμε και συνεχίσαμε το δρόμο μας, αγαλλιάζοντας’.

»‘Ω μητέρα’, είπε ο Τζόζεφ, ‘πόσο συχνά μας βοήθησαν οι προσευχές σου, όταν οι σκιές του θανάτου μας περικύκλωναν’»15.

Η αγάπη της Λούση Μακ Σμιθ για τους γιους της απεικονίζεται στην αφήγησή της για τον Προφήτη και τον αδεϊφό του, Χάυρουμ, όταν τους συνέλαβαν και τους μετέφεραν από το Φαρ Ουέστ του Μισσούρι, τον Νοέμβριο του 1838, στο Ιντιπέντενς και στη συνέχεια στο Ρίτσμοντ του Μισσούρι, όπου θα τους φυλάκιζαν. Η οικογένεια φοβόταν ότι θα σκότωναν τον Τζόζεφ και τον Χάυρουμ: «Όταν έφθασαν τα νέα σε εμάς, ότι θα έπαιρναν μακριά τους γιους μας, ο αγγελιαφόρος μάς είπε πως αν θέλαμε να δούμε τους γιους μας ξανά ζωντανούς, θα έπρεπε να πάμε εμείς εκεί, διότι βρίσκονταν στην άμαξα που θα τους έπαιρνε και θα έφευγε σε λίγα λεπτά. Ο σύζυγός μου ήταν τότε πολύ άρρωστος για να μπορέσει να πάει, όμως εγώ και η Λούση [μία κόρη τους] ξεκινήσαμε μόνες, διότι ήμασταν οι μόνες υγιείς στην οικογένεια.

»Όταν πλησιάσαμε περίπου 366 μέτρα από την άμαξα, είδαμε ότι δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε περισσότερο, γιατί τους είχαν περιτριγυρίσει άνδρες. ‘Είμαι η μητέρα του Προφήτη’, φώναξα, ‘δεν υπάρχει ένας κύριος εδώ να με βοηθήσει να διασχίσω το πλήθος για να φθάσω έως την άμαξα, να δω για τελευταία φορά τα παιδιά μου και να τους μιλήσω μια ακόμα φορά προτού πεθάνουν;’ Κάποιο άτομο προθυμοποιήθηκε να ανοίξει δρόμο ανάμεσα στο στρατό και προχωρήσαμε ανάμεσα από ξίφη, μουσκέτα, πιστόλια και ξιφολόγχες, κάτω από απειλές να μας σκοτώσουν σε κάθε βήμα μας, μέχρι που τελικά φθάσαμε εκεί. Ο άνδρας που με συνόδευε, μίλησε στον Χάυρουμ που καθόταν μπροστά και του είπε ότι ήταν εκεί η μητέρα του και ήθελε να της απλώσει το χέρι του. Το έκανε, όμως δεν μπορούσα να τους δω, διότι το σκέπασμα της άμαξας ήταν από χοντρό ύφασμα και δεμένο σφιχτά μπροστά και καρφωμένο γερά στα πλάγια…

»Τότε ο φίλος μας, μας οδήγησε στην πίσω μεριά της άμαξας όπου βρισκόταν ο Τζόζεφ και του μίλησε, λέγοντας: ‘Κύριε Σμιθ, η μητέρα και η αδελφή σας είναι εδώ και επιθυμούν να σας σφίξουν το χέρι’. Ο Τζόζεφ γλίστρησε το χέρι του ανάμεσα στην άμαξα και το κάλυμμα, εκεί όπου ήταν καρφωμένο στην άκρη του ξύλου. Πιάσαμε το χέρι του, όμως δεν μας μίλησε. Δεν άντεχα να τον αφήσω χωρίς να ακούσω τη φωνή του. ‘Ω Τζόζεφ’, είπε, ‘μίλησε στη φτωχή μητέρα σου για μια ακόμα φορά. Δεν μπορώ να φύγω, αν δεν σ’ ακούσω να μιλάς’.

»Ό Θεός να σ’ ευλογεί, μητέρα’, είπε και τότε υψώθηκε μια κραυγή και η άμαξα όρμησε μπροστά, αποσπώντας το γιο μου από εμάς, όπως πίεζε η Λούση το χέρι της στο δικό του για να του δώσει το τελευταίο αδελφικό φιλί, διότι ξέραμε ότι ήταν καταδικασμένοι να τουφεκιστούν.

»Κατορθώσαμε να φθάσουμε ξανά στο σπίτι, αν και μόλις που μπορούσαμε να στεκόμαστε στα πόδια μας. …Για ένα διάστημα δεν ακουγόταν τίποτε άλλο μέσα στο σπίτι από αναστεναγμοί και βογγητά, καθώς πιστεύαμε ότι είχαμε δει τον Τζόζεφ και τον Χάυρουμ για τελευταία φορά. Όμως μέσα στη θλίψη μου, βρήκα παρηγοριά η οποία ξεπερνούσε κάθε γήινη ανακούφιση. Ήμουν γεμάτη με το Πνεύμα του Θεού και έλαβα τα ακόλουθα με το χάρισμα της προφητείας: ‘Ας παρηγορηθεί η καρδιά σου σχετικά με τα παιδιά σου, διότι δεν θα πειράξουν ούτε μία τρίχα της κεφαλής τους’. …‘Παιδιά μου’, είπα, ‘μην ξανακλάψετε πια. Ο όχλος δεν θα τους σκοτώσει, διότι ο Κύριος έκανε γνωστό σε εμένα ότι θα τους ελευθερώσει από τα χέρια των εχθρών τους’. Ήταν μια μεγάλη ανακούφιση για όλους μας και δεν ήμασταν τόσο πολύ απελπισμένοι κατόπιν, ότι θα αφαιρούσαν τη ζωή τους»16.

Προτεινόμενα για μελέτη και διδασκαλία

Συλλογιστείτε τις ιδέες αυτές καθώς μελετάτε το κεφάλαιο ή καθώς προετοιμάζεστε για να διδάξετε. Για επιπλέον βοήθεια, βλέπε σελίδες vii–xii.

  • Ξαναδιαβάστε την περιγραφή του Πρεσβύτερου Πάρλυ Πρατ, για το πώς η γνώση της διδαχής του αιώνιου γάμου ευλόγησε τη ζωή του (σελίδα 523). Με ποιους τρόπους μπορεί αυτή η διδαχή να επηρεάσει τον τρόπο που αισθανόμαστε για τις οικογένειές μας; Τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε ο ένας στον άλλο στο σπίτι;

  • Διαβάστε τη συμβουλή του Τζόζεφ Σμιθ προς τους συζύγους και τις συζύγους (σελίδες 524-25). Σκεφθείτε πώς μέρος αυτής της συμβουλής ισχύει τόσο για τις γυναίκες, όσο και τους άνδρες. Γιατί είναι σημαντικό τόσο για τους πατέρες, όσο και τις μητέρες να μελετούν τις γραφές και να λαμβάνουν αποκαλύψεις για να καθοδηγούν την οικογένεια; Ποια είναι μερικά πράγματα που μπορεί να κάνει ένας άνδρας όταν βλέπει ότι η σύζυγός του «αντιμετωπίζει προβλήματα»; Γιατί τόσο ο σύζυγος, όσο και η σύζυγος πρέπει να αποφεύγουν να μιλούν «θυμωμένα και κακόκεφα»;

  • Ως ενήλικος, ο Προφήτης Τζόζεφ εξακολούθησε να απολαμβάνει τη συντροφιά των γονέων του, να επιζητεί τη συμβουλή τους και να τους τιμά (σελίδες 525-28). Ποια από τις δηλώσεις του Προφήτη σχετικά με τους γονείς του σας εντυπωσιάζουν ιδιαίτερα; Τι παραδείγματα έχετε δει για τη διαρκή επίδραση προς το καλό, που μπορούν να έχουν οι γονείς στα παιδιά τους; Σκεφθείτε τι μπορείτε να κάνετε ώστε να τιμάτε καλύτερα τους γονείς σας.

  • Ξαναδιαβάστε τις δηλώσεις του Προφήτη σχετικά με τους αδελφούς του, Άλβιν, Δον Κάρλος και Χάυρουμ (σελίδα 528). Γιατί νομίζετε ότι η σχέση ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές μπορεί να είναι τόσο διαρκής και δυνατή; Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς για να παροτρύνουν τους γιους και τις κόρες τους να είναι καλοί φίλοι; Τι μπορούν να κάνουν οι αδελφοί και οι αδελφές για να γαλουχούν τη φιλία τους ο ένας με τον άλλο;

  • Ξαναδιαβάστε τις αναμνήσεις της Λούση Μακ Σμιθ για το γιο της Τζόζεφ που δίδασκε την οικογένεια (σελίδα 528). Για ποιες εμπειρίες μπορείτε να μιλήσετε, όπου αισθανθήκατε «ενότητα και ευτυχία» με τα μέλη της οικογένειας; Τι μπορούν να μάθουν οι γονείς από την εμπειρία που είχαν ο Τζόζεφ και ο Χάυρουμ, όταν θεραπεύθηκαν από τη χολέρα; (Βλέπε σελίδες 529-32.)

Συσχετιζόμενες γραφές: Έξοδος 20:12, Προς Κορινθίους Α′ 11:11, Προς Εφεσίους 6:1–4, Μωσία 4:14–15, Μωυσή 3:18, 21–24

Σημειώσεις

  1. History of the Church, 5:391, από οδηγίες του Τζόζεφ Σμίθ στίς 16 Μαΐου 1843 στο Ράμους του Ιλλίνόίς. Αναφέρθηκε υπό Ουίλίαμ Κλέίτον.

  2. Parley P. Pratt, Autobiography of Parley P. Pratt, εκδ. Parley P. Pratt Jr. (1938), σελ. 297-98. Δίαφοροποίηση στίς υποδίαίρέσείς παραγράφου.

  3. History of the Church, 2:320, από καταχώρίση στο ημερολόγίο του Τζόζεφ Σμίθ, 24 Νοεμβρίου 1835, Κίρτλαντ, Οχάίο.

  4. “On the Duty of Husband and Wife,” ένα κύρίο άρθρο που δημοσίεύθηκε στο Elders’ Journal, Αύγ. 1838, σελ. 61. Δίαφοροποίηση στίς υποδίαίρέσείς παραγράφου. Ο Τζόζεφ Σμίθ ήταν ο εκδότης του περίοδίκού.

  5. History of the Church, 4:605–7, εκσυγχρονίσμένη ορθογραφία, δίαφοροποίηση στίς υποδίαίρέσείς παραγράφου. Από μία ομίλία του Τζόζεφ Σμίθ στίς 28 Απρίλίου 1842 στη Ναβού του Ιλλίνόίς. Αναφέρθηκε από την Ιλάίζα Σνόου. Βλέπε, επίσης, παράρτημα, σελίδα 611, τμήμα 3.

  6. History of the Church, 4:604. Από μία ομίλία του Τζόζεφ Σμίθ στίς 28 Απρίλίου 1842 στη Ναβού του Ιλλίνόίς. Αναφέρθηκε από την Ιλάίζα Σνόου. Βλέπε, επίσης, παράρτημα, σελίδα 611, τμήμα 3.

  7. History of the Church, 2:289, από καταχώρίση στο ημερολόγίο του Τζόζεφ Σμίθ,8 καί 11 Οκτωβρίου 1835, Κίρτλαντ, Οχάίο.

  8. History of the Church, 1:466, δίαφοροποίηση στίς υποδίαίρέσείς παραγράφου. Από μία καταχώρίση ημερολογίου του Τζόζεφ Σμίθ στίς 18 Δεκεμβρίου 1833, Κίρτλαντ, Οχάίο.

  9. History of the Church, 5:125–26, από καταχώρίση στο ημερολόγίο του Τζόζεφ Σμίθ, 23 Αυγούστου 1842, κοντά στη Ναβού του Ιλλίνόίς. Η καταχώρίση αυτή έχεί λανθασμένη ημερομηνία 22 Αυγούστου 1842 στο History of the Church.

  10. History of the Church, 2:342. Από μία επίστολή του Τζόζεφ Σμίθ προς τον Ουίλίαμ Σμίθ, 18 Δεκεμβρίου 1835, Κίρτλαντ, Οχάίο.

  11. History of the Church, 5:126–27, από καταχώρίση στο ημερολόγίο του Τζόζεφ Σμίθ, 23 Αυγούστου 1842, κοντά στη Ναβού του Ιλλίνόίς. Η καταχώρίση αυτή έχεί λανθασμένη ημερομηνία 22 Αυγούστου 1842 στο History of the Church.

  12. Επίστολή του Τζόζεφ Σμίθ στον Χάυρουμ Σμίθ, 3 Μαρτίου 1831, Κίρτλαντ, Οχάίο. Joseph Smith,Collection, Αρχεία Εκκλησίας, Η Εκκλησία του Ιησού Χρίστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, Σωλτ Λέηκ Σίτυ, Γίούτα.

  13. History of the Church, 2:338, από καταχώρίση στο ημερολόγίο του Τζόζεφ Σμίθ, 18 Δεκεμβρίου 1835, Κίρτλαντ, Οχάίο.

  14. Lucy Mack Smith, “The History of Lucy Smith, Mother of the Prophet,” 1844-45, χείρόγραφο, book 4, σελ. 1, Αρχεία Εκκλησίας.

  15. Lucy Mack Smith, “The History of Lucy Smith, Mother of the Prophet,” 1844-45 χείρόγραφο, book 13, σελ. 12-14, Αρχεία Εκκλησίας.

  16. Lucy Mack Smith, “The History of Lucy Smith, Mother of the Prophet,” 1844-45 χείρόγραφο, book 16, σελ. 3-6, Αρχεία Εκκλησίας.

Εικόνα
family praying

Ο Πάρλυ Πρατ διακήρυξε: «Ο Τζύζεφ Σμιθ ήταν εκείνος ο οποίος με δίδαξε πώς να εκτιμώ τις στοργικές σχέσεις του πατέρα και της μητέρας, των ουζύγων, του αδελφού και της αδελφής του γιου και της κόρης».

Εικόνα
Smith family

Ο Τζóζεφ Σμιθ μεγάλωσε σε μία οικογένεια, όπου οι γονείς και τα παιδιά αγαπούσαν και σέβονταν ο ένας τον άλλο. Ο πίνακας αυτός δείχνει την οικογένεια Σμιθ ενωμένη ξανά με τον πατέρα τους το 1816, αφού είχε προηγηθεί της οικογένειάς του στη μετακίνησή τους στην Παλμύρα της Νέας Υόρκης.

Εικόνα
Joseph teaching

«Κάθε βράδυ συγκεντρωνόμασταν με τα παιδιά μας», θυμόταν η Λούση Μακ Σμιθ, «πατέρας, μητέρα, γιοι και κόρες, να ακούμε με κομμένη αναπνοή και αγωνία τις θρησκευτικές διδασκαλίες ενός αγοριού [δεκαεπτά]χρονών».